ΣΥΝΤΟΜΟΙ ΛΟΓΟΙ | ΣΥΝΤΟΜΟΙ ΛΟΓΟΙ | 20
(1-107)

Τότε θα φθάσουμε εκεί που πάμε για να ζήσουμε, σε μια μέρα. Διαφορετικά θα είσαι αναγκασμένος να περπατήσεις μόνος και πεινασμένος από τη μια πλευρά της ερήμου στην άλλη, την οποία χρειάζεσαι δύο μήνες να διασχίσεις». Ο πιο κουτός άνθρωπος μπορεί να καταλάβει, πόσο ανόητος, ψυχοβλαβής και παράλογος θα ήταν, εάν από πείσμα δεν ξόδευε το μόνο εκείνο κέρμα χρυσού που του απέμεινε για ένα εισιτήριο, που είναι όπως το κλειδί σε ένα θησαυροφυλάκιο, και αντί αυτού το ξόδευε σε ακολασίες για φευγαλέες τέρψεις. Έτσι δεν είναι;

Ω, εσείς που δεν εκτελείτε τις προκαθορισμένες προσευχές! Και ω εσύ η ίδια μου η ψυχή, που δεν της αρέσει να προσεύχεται! Ο κυβερνήτης στην παρομοίωσή μας είναι ο Συντηρητής μας, ο Δημιουργός μας. Από τους δύο υπηρέτες που ταξιδεύουν, ο ένας συμβολίζει τους ευσεβείς πιστούς που εκτελούν τις προσευχές του με θέρμη, και ο άλλος, τους άφρονες που παραμελούν τις προσευχές τους. Τα είκοσι τέσσερα κέρματα χρυσού είναι η ζωή σε καθεμιά από τις είκοσι τέσσερις ώρες της μέρας. Και η βασιλική επικράτεια είναι ο Παράδεισος. Όσο για το σταθμό, αυτός είναι το μνήμα. Ενώ το ταξίδι, είναι το πέρασμα του ανθρώπου στο μνήμα, και από εκεί στην ανάσταση και τη μέλλουσα ζωή. Οι άνθρωποι καλύπτουν το μακρινό αυτό ταξίδι σε διαφορετικές βαθμίδες (από απόψεως πνευματικότητος) σύμφωνα με τις πράξεις τους και τη δύναμη του φόβου Θεού που έχουν.

Δεν υπάρχει ήχος