Υπάρχει ένα φαινομενικό βάρος στη λατρεία, υπάρχει όμως μια ηρεμία και ένα ξαλάφρωμα στη σημασία της, ανώτερο πάσης περιγραφής. Διότι στις προκαθορισμένες προσευχές ο πιστός διακηρύττει, «Ομολογώ ότι δεν υπάρχει θεός παρά μόνον ο Θεός». Δηλαδή, ανακαλύπτει τη θύρα του θησαυροφυλακίου του ελέους στο κάθε τι διότι πιστεύει και λέει, «Δεν υπάρχει Δημιουργός και Τροφοδότης άλλος από Αυτόν. Η βλάβη και η ωφέλεια είναι στο χέρι του. Είναι και Πάνσοφος• δεν πράττει τίποτα μάταια, και είναι Πανοικτίρμονας• η δωρεά και το έλεός Του είναι άφθονα». Και κρούει τη θύρα με την παράκλησή του. Επιπλέον, αντιλαμβάνεται ότι το κάθε τι είναι καθυποταγμένο στην εντολή του δικού του Συντηρητού, κι έτσι καταφεύγει σε Αυτόν. Εναποθέτει τις ελπίδες του σε Αυτόν και στηρίζεται επάνω Του, και είναι οχυρωμένος ενάντια σε κάθε καταστροφή• η πίστη του τού παρέχει πλήρη εμπιστοσύνη.
Πράγματι, όπως με κάθε αληθινή αρετή, η πηγή του θάρρους είναι η πίστη στο Θεό, και η λατρεία. Και όσο για την κάθε ανομία, η πηγή της δειλίας είναι η πλάνη.
Στην πραγματικότητα, για έναν πιστό με πραγματικά φωτισμένη καρδιά, είναι δυνατό πως και αν ακόμη η σφαίρα της γης γινόταν βόμβα και έσκαγε, δε θα τον φόβιζε. Θα την παρακολουθούσε με ευχάριστο θαυμασμό ως ένα φαινόμενο της δύναμης του Ενός Αιωνίως Επιζητούμενου Θεού.