ΕΙΚΟΣΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ | HΕΙΚΟΣΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ | 42
(1-60)

Τότε βγήκα και κοίταξα γύρω : παντού στην πόλη υπήρχαν αυτά τα δύο είδη ανακτόρων. Ρώτησα σχετικά με αυτό (το γεγονός) και μου είπαν: «Τα παλάτια όπου υπάρχει πανηγύρι στην πόρτα και των οποίων οι εσωτερικοί χώροι είναι άδειοι ανήκουν στους επί κεφαλής των απίστων και τους ανθρώπους της πλάνης. Τα άλλα ανήκουν σε έντιμους Μουσουλμάνους προκρίτους». Τότε σε μια γωνιά συνάντησα κατά τύχη ένα ανάκτορο στο οποίο ήταν γραμμένο το όνομα μου, ΣΑΙΝΤ. Ήμουν περίεργος. Κοίταξα πιο προσεκτικά και μου φάνηκε ότι αντίκρυσα την εικόνα μου σε αυτό. Φωνάζοντας σε κατάσταση απόλυτης αμηχανίας, συνήλθα και ξύπνησα.

Και τώρα θα ερμηνεύσω αυτό το όραμα για σας. Ο Θεός να δώσει ώστε να βγει από αυτό κάτι καλό.

Η πόλη ήταν η ανθρώπινη κοινωνική ζωή και το άστυ του πολιτισμού του ανθρώπου. Καθένα από τα παλάτια ήταν ένα ανθρώπινο όν. Οι άνθρωποι των ανακτόρων ήταν οι οξυδερκείς λειτουργίες στον άνθρωπο όπως τα μάτια, τα αυτιά, η καρδιά, το πνευματικό μέρος της καρδιάς, το πνεύμα, η διάνοια και λειτουργίες όπως η ψυχή και το ίδιον θέλημα του ανθρώπου, και δυνάμεις της σαρκικής επιθυμίας και του θυμού. Καθεμιά από τις λειτουργίες του ανθρώπου έχει ένα διαφορετικό καθήκον λατρείας, και διαφορετικές χαρές και θλίψεις. Η ψυχή και το ίδιον θέλημα του ανθρώπου και οι δυνάμεις της σαρκικής επιθυμίας και του θυμού μοιάζουν με το θυροφύλακα και το σκύλο.

Δεν υπάρχει ήχος